Κάλεσμα για τη δημιουργία πρωτοβουλίας συντροφισσών και συντρόφων σχετικά με την ψυχική υγεία στις πολιτικές διαδικασίες.

Κάλεσμα για τη δημιουργία πρωτοβουλίας συντροφισσών και συντρόφων

σχετικά με την ψυχική υγεία στις πολιτικές διαδικασίες.

 

Η πρωτοβουλία για το κάλεσμα πάρθηκε μετά από εμπειρίες και συζητήσεις  τόσο μέσα στην ομάδα όσο και εκτός αυτής. Πρόκειται για ένα ζήτημα αρκετά περίπλοκο που δεν αφορά μόνο μια χούφτα ανθρώπων, οι οποίοι με έναν τρόπο ασχολούνται ήδη με αυτό. Για το λόγο αυτό, αποφασίσαμε πως μια τέτοια πρωτοβουλία θα μπορούσε να ξεκινήσει μόνο από περισσότερο κόσμο, με τον οποίο κινούμαστε μαζί και μας απασχολούν κοινά ερωτήματα.

Το θέμα με το οποίο ασχοληθήκαμε μέσα σε αυτές  τις συζητήσεις πιο συγκεκριμένα είναι η δυσκολία συμμετοχής που (ανα)γεννάται μέσα στους κόλπους του αντιεξουσιαστικού-αναρχικού-αυτόνομου χώρου για κάθε άτομο που ζει (αντιλαμβανόμενο ή μη) ένα ψυχικό πόνο. Η δυσκολία, δηλαδή, του να συμμετέχεις ενεργά σε όλες τις διαδικασίες που περιλαμβάνονται στις εκάστοτε πολιτικές ατζέντες (από τις συνελεύσεις μέχρι το δρόμο).  Αναγνωρίζουμε ότι τα ψυχικά προβλήματα δεν περιορίζονται μόνο σε μια παρεμπόδιση στο επίπεδο λειτουργικότητας, που ορίζεται στο πλαίσιο παραγωγής-κατανάλωσης, αλλά μπορούν να έχουν επιπτώσεις στις κοινωνικές σχέσεις του ατόμου, να εμποδίζουν δραστηριότητες, να επιβαρύνουν την καθημερινότητα -αλλά και να επιβαρύνονται από αυτήν- με ένα φορτίο οδύνης, εν δυνάμει μη διαχειρίσιμο.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, εντάσσουμε και το πολιτικό πεδίο ως κατεξοχήν πεδίο επιλογών, αυτοκαθορισμού και συλλογικής διαχείρισης. Επομένως, θεωρούμε ότι η δυσκολία ή αδυναμία συμμετοχής κάθε υποκειμένου δεν αποτελεί μια κατάσταση την οποία δημιουργεί το ίδιο από μόνο του, αλλά είναι διαδραστική με αρκετούς παράγοντες, από τα υπόλοιπα υποκείμενα, μέχρι τις ίδιες τις πολιτικές δομές, τις πολιτικές διαδικασίες και τις νοοτροπίες των υποκειμένων. Μέσα από την κατάθεση κοινών και μη εμπειριών, καταλήξαμε σε μια προβληματική, η οποία έχει να κάνει με τη σχέση του «χώρου» με ζητήματα «ψυχικής υγείας» και την αδυναμία τόσο του ίδιου του «χώρου» όσο και των ανθρώπων που έχουν ζητήματα να τα επικοινωνήσουν. Στην ουσία, αυτό είναι και το επίδικο θέμα αυτού του εγχειρήματος.

Ο ίδιος ο «χώρος» και οι νοοτροπίες που τον διακατέχουν δεν είναι ξεκομμένες από το κοινωνικό περιβάλλον και δεν μπορούν να αναγνωσθούν εκτός αυτού. Από τη στιγμή, που το κυρίαρχο μοντέλο, από τον ορισμό της υγείας μέχρι τις θεραπείες και την ατομική προσέγγιση που τις διαπερνά, λειτουργεί εντελώς χρηστικά και φορμαλιστικά, τα όρια της ανάγνωσης της ψυχικής υγείας δεν μπορούν να διαφέρουν σε οποιοδήποτε σχηματισμό. Εν ολίγοις, ακόμα και ριζοσπαστικά κομμάτια της κοινωνίας δεν σημαίνει απαραίτητα πως είναι σε θέση να διαχειριστούν την τρέλα ή την «παραξενιά» του καθενός και της καθεμίας, μόνο με τη διακήρυξη του ριζοσπαστισμού τους.

Άλλωστε, οι νοοτροπίες και οι δομές αλλάζουν μόνο όταν το «άλλο»
αναγνωρίζει και αντιμετωπίζει την βαρβαρότητα του «κυρίαρχου». Η μη αναγνώριση του ψυχολογικού μέσα στον χώρο, αποτελεί ένα θέμα που συνδέεται με συγκεκριμένες νοοτροπίες που κυριαρχούν τόσα χρόνια σε αυτόν: με σεξιστικές στάσεις, με δυναμικές πείρας και εμπειριών, με καταστάσεις ρόλων. Επιπλέον, πέρα από τα υποκείμενα, συνδέεται με γενικότερα πλαίσια, έχει να κάνει, δηλαδή, και με τις ίδιες τις διαδικασίες που επιτρέπουν, συντηρούν και, πολλές φορές, ενισχύουν τις προαναφερόμενες συμπεριφορές.

Για παράδειγμα, ένας σύντροφος, ο οποίος ζει με φοβίες ή άγχος (άσχετα με το αν αυτές δημιουργήθηκαν μέσα σε πολιτικές διαδικασίες ή όχι), είναι αναγκασμένος να ζει με το φόβο και το άγχος  της απόρριψης ή της άτυπης περιθωριοποίησης του μέσα στο ίδιο το πολιτικό του περιβάλλον. Παράλληλα, βρίσκεται σε ανήμπορη θέση να εξηγήσει και να καταθέσει τους προβληματισμούς του, κυρίως λόγω της μη κατανόησης από την πλευρά των υπολοίπων.  Στις περιπτώσεις κρίσεων ή και διαταραχής πανικού, η ίδια η κατάσταση υποβιβάζεται σε δειλία ή φόβο. Τώρα, αν στη θέση του συντρόφου βάζαμε μια συντρόφισσα, τα πράγματα είναι πιο εύκολα.. Είναι γυναίκα.

Ακολουθώντας τις παραπάνω σκέψεις και αντιλαμβανόμενοι την απουσία μιας συζήτησης στο εσωτερικό του ίδιου του χώρου, σκεφτήκαμε πως μια πρώτη επικοινωνία με άλλα άτομα που έχουν μια άμεση ή και έμμεση σχέση με το ψυχολογικό ζήτημα θα ήταν κάτι παραπάνω από θεμιτή. Επιπλέον, η συζήτηση και η αναζήτηση των αιτιών, που τόσα χρόνια το ζήτημα της ψυχικής υγείας υποβιβάζεται μέσα στον ίδιο τον χώρο, δεν είναι ούτε «αρμοδιότητα» μόνο μιας πολιτικής ομάδας που ασχολείται με την ψυχική υγεία, ούτε των ειδικών. Παράλληλα, δεν είναι ένα ζήτημα που αφορά τους «ασθενείς» ή κάθε άτομο ξεχωριστά, αλλά μπορεί και πρέπει να αποτελέσει σημείο συλλογικής διαχείρισης και δυναμικής. Προφανώς, δεν περιμένουμε ούτε προκρίνουμε μια όαση για το διαφορετικό μέσα στους κόλπους του χώρου, αλλά παλεύουμε συλλογικά για την διάρρηξη του ετεροκαθορισμού και της ίδιας της κανονικότητας στο σύνολο της κοινωνίας.

Με αυτή την λογική -και διευκρινίζοντας πως ως delirium, αναλαμβάνουμε την πρωτοβουλία να καλέσουμε αυτό το εγχείρημα και με την εκκίνηση αυτού, δε συμμετέχουμε σε αυτό ως ομάδα αλλά ως άτομα- σας καλούμε σε κλειστή συζήτηση σε χρόνο που θα καθορίσουμε από κοινού.

 

Delirium

 απόπειρες παρέκκλισης…

Αφίσα

Αφίσα που κολλήθηκε στο κέντρο της Αθήνας, καθώς και

γύρω από δομές ψυχικής υγείας & σχολές

το Φθινόπωρο του 2009

 

το κείμενο της αφίσας:

σε ένα «φυσιολογικό» κόσμο,
σε μια «κανονική» κοινωνία,
σε ένα «υγιές» σύνολο ανθρώπων,

δεν υπάρχει τόπος για τους «μη φυσιολογικούς»
δεν υπάρχουν θέσεις για τους «μη κανονικούς»
η μόνη προοπτική για τους “αρρώστους”
είναι η δημιουργία αποστειρωμένων και
απομονωμένων χώρων για τους “άλλους”
και η παραγωγή άμεσα αποτελεσματικών φαρμάκων
για τη διαιώνιση του κύκλου της κανονικότητας
όταν η ψυχική υγεία θεωρείται «προσόν» και «δικαίωμα»,
τότε οι «ασθενείς» πρέπει να επιλέξουν:
την επιστροφή στην ασφάλεια του δρόμου της υγείας
ή την τιμωρία της περιθωριοποίησης.
εκεί ακριβώς εντοπίζεται ο φόβος της τρέλας:
στα διαχωριστικά όρια του ατόμου και της κοινωνίας
μεταξύ της ατομικής αναπαραγωγής
της ανισότητας του διαφορετικού
και των κοινωνικών προκαταλήψεων,
μεταξύ της εκούσιας ή και ακούσιας απομόνωσης
και του στιγματισμού της

Απέναντι σε όλα αυτά δεν έχουμε παρά…

να αμφισβητήσουμε το δίπολο υγείας – ασθένειας
να παλέψουμε συλλογικά απέναντι στο φόβο
της ασθένειας και τις προκαταλήψεις της τρέλας
να θέσουμε τις λύσεις πέρα από «θεραπευτικά»
μοντέλα καταστολής και τιμωρίας που προτάσσουν
βιολογικές παραδοχές και την ατομική αντιμετώπιση

γιατί δε θέλουμε να μας εγκλωβίζουν ούτε να εγκλωβιζόμαστε σε όρους όπως υγιείς/ασθενείς, τρελοί/λογικοί, κανονικοί/περίεργοι, σε ετεροπροσδιορισμούς που ομογενοποιούν και στιγματίζουν αλλά να είμαστε σε θέση να προσδιορίσουμε, να εκδηλώσουμε, να υποστηρίξουμε την διαφορετικότητά μας….

τελικά

δεν έχουμε παρά να διαρρήξουμε το πλέγμα αυτό
που θέτει τις βάσεις της κανονικότητας

delirium
απόπειρες παρέκκλισης

Delirium CV

Οι delirium είναι μια πολιτική ομάδα που από το 2009 ασχολείται με ζητήματα ψυχικής “υγείας” και “ασθένειας”, κανονικότητας και παρέκκλισης, “φυσιολογικού” και “παράξενου”, προσπαθώντας να αποδομήσει τα κυρίαρχα δίπολα και τους επιστημονικούς μονόδρομους…

η αλίκη στη χώρα των φαρμάκων

“η  αλίκη στη χώρα των φαρμάκων”

 

έντυπο που τυπώθηκε το φθινόπωρο του 2011 σε 1000 αντίτυπα στην τυπογραφική κολλεκτίβα Rotta

Η ενασχόληση με το θέμα των ψυχοφαρμάκων δεν έχει να κάνει με ένα «θεωρητικό ενδιαφέρον» αλλά με την αναγνώριση ότι η ψυχική υγεία και οι πρακτικές κανονικοποίησης των κοινωνικών συμπεριφορών είναι ζητήματα που αφορούν εμάς τους ίδιους ως άτομα και τις ζωές μας.

 

 


 

 

Παράλληλα, παρατηρούμε μια έλλειψη παραγωγής κριτικής προς αυτήν την κατεύθυνση από κινηματική σκοπιά,  σε τέτοιο βαθμό που πέρα από την ευκαιριακή έκφραση ενός σχετικού λόγου, το ζήτημα αυτό παραμένει ένα θέμα ταμπού.

 

Για αυτούς τους λόγους επιλέξαμε στην παρούσα φάση να ασχοληθούμε με το ζήτημα των ψυχοφαρμάκων. Αφενός είναι ένα ζήτημα που αφορά εμάς και τον περίγυρό μας, κι αφετέρου η χρήση ψυχοφαρμάκων (παντός τύπου και για κάθε σκοπό) αποτελεί μια καλά εδραιωμένη κοινωνική πραγματικότητα, που ξεπερνάει κατά πολύ το αποκλεισμένο περιβάλλον του ασύλου και μέσα στην οποία το φάρμακο παρουσιάζεται ως μια ατομική λύση σε ατομικά προβλήματα .

 

Γι αυτό, σ’ αυτό το κείμενο μας ενδιαφέρει η κατανόηση του ζητήματος των ψυχοφαρμάκων, η ιστορική του διάσταση, πάνω σε ποια θέσφατα περί υγείας και ασθένειας πατάει το όλο ζήτημα καθώς και ποια λειτουργία επιτελεί μέσα στις τωρινές κοινωνικές σχέσεις. Κι αυτό, όχι για να κάνουμε αφορισμούς ή να προτείνουμε άλλες μαγικές και μοναδικές λύσεις. Αλλά ως ένα βήμα συνειδητοποίησης μιας κατάστασης στην πορεία για το συλλογικό ξεπέρασμά της

 

Διαβάστε την μπροσούρα σε pdf

Ο νους μας οι ζωές μας

“Ο νους μας οι ζωές μας”

  λέξεις, σκέψεις και ουρλιαχτά ενάντια στην ΑΘΑ σχετικά με τις προσπάθειες επιβολής ακούσιας θεραπευτικής αγωγής για τους ψυχικά ασθενείς στην ισπανία

 

τυπώθηκε σε 500 αντίτυπα και κυκλοφόρησε το Νοέμβριο του 2010 στην  πόλη της Αθήνας.

Η μετάφραση από το ισπανικό πρωτότυπο “nuestras mentes, nuestras vidas: palabras, reflexiones y alaridos contra el TAI (Tratamiento Ambulatorio Involuntario)” έγινε από το σύντροφο R.

 


 

Η αξία του περιεχομένου μιας κριτικής στην ψυχιατρική καθορίζεται αποφασιστικά από το υποκείμενο της κριτικής αυτής. Αυτή η αντίληψη είναι ο βασικός λόγος της παρούσας έκδοσης. Δηλαδή, το γεγονός ότι τα ίδια τα υποκείμενα που υφίστανται την καταπίεση από την ψυχιατρική εξουσία, συναρθρωμένη με άλλες εξουσιαστικές δομές, εκφράζουν έναν ανταγωνιστικό λόγο στην κατεστημένη ψυχιατρική, αναπτύσσοντας προτάγματα αντίστασης.

Το «Ο νους μας, οι ζωές μας» είναι ένα κείμενο γραμμένο από «ασθενείς» για «ασθενείς» και εναντιώνεται στην απόπειρα να ψηφιστεί ο νόμος για την Ακούσια Θεραπευτική Αγωγή στην ισπανία, δηλαδή την υποχρεωτική χορήγηση ψυχοφαρμάκων σε ψυχικά ασθενείς που δεν επιθυμούν τη λήψη τους, με την παρουσία μπάτσων και δικαστικών. Πρόκειται για ένα νομοθετικό μέτρο βασισμένο στο δόγμα της ασφάλειας που εγκληματοποιεί τη φιγούρα του ψυχικά ασθενή και του αφαιρεί στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώματα. Μέσα από το κείμενο μαθαίνουμε για την ψυχιατρική πραγματικότητα στην ισπανία και την -εκεί- ψυχιατρική μεταρρύθμιση, ενώ μπορούμε να βγάλουμε συμπεράσματα και να διακρίνουμε αντιστοιχίες με την εγχώρια μεταρρύθμιση και την γενικότερη κατάσταση της ψυχικής υγείας στην ελλάδα. Ανοίγεται μια πληθώρα ζητημάτων, όπως η χρήση ψυχοφαρμάκων ως το μοναδικό θεραπευτικό μέσο, η φύση της ψυχιατρικής ως επιστήμης αλλά και η φύση της ίδιας της επιστήμης, η μανιχαϊστική αντίληψη της υγείας και της ασθένειας. Παρόλο που δεν είμαστε απόλυτα σύμφωνοι με τις θέσεις των συγγραφέων στο σύνολο των ζητημάτων που τίθενται στο κείμενο αυτό, θεωρούμε αφενός ότι η κριτική που παρουσιάζεται εδώ δεν περιορίζεται στο συγκεκριμένο τόπο, χρόνο και κοινωνικό πλαίσιο, αλλά πραγματεύεται θέματα που εντάσσονται σε μια γενικότερη συζήτηση για την ψυχιατρική και τα ψυχοφάρμακα και αφετέρου ότι αν κάτι έχει μεγαλύτερη αξία να ειπωθεί (και να διαβαστεί), είναι εκείνο που οι ίδιοι οι ψυχικά ασθενείς και οι χρήστες υπηρεσιών ψυχικής υγείας έχουν να πουν.

 

Διαβάστε την μπροσούρα σε pdf

Κάποιες σκέψεις για το ζήτημα της ψυχικής υγείας και των ψυχοφαρμάκων με αφορμή την εκδήλωση της 2-2-2010 του Ελληνικού Ιδρύματος Ερευνών

 Πρινλίγες εβδομάδες, με ενδιαφέρον πληροφορηθήκαμε ότι ξεκίνησε ένας ανοιχτός κύκλος ομιλιών για την ψυχική υγεία από το Ινστιτούτο Βιολογικών Ερευνών και Βιοτεχνολογίας του Ε.Ι.Ε. σε συνεργασία με το ΕΠΙΨΥ. Με ενδιαφέρον, επίσης, αποφασίσαμε να το παρακολουθήσουμε και χωρίς καμία έκπληξη, διαπιστώσαμε ότι ο λόγος για την ψυχική υγεία συνεχίζει να ανήκει στους ειδικούς, στην ψυχιατρική.

stripped

Παρακολουθώντας τη διαδικασία, εμπεδώσαμε πλήρως ότι για το σύνολο των «επαγγελματιών» ομιλητών, θεραπεία σημαίνει αυτομάτως φαρμακευτική αγωγή. Εμπεδώσαμε πλήρως ότι ο εθελοντισμός προωθείται ως μία από τις σπουδαιότερες παραμέτρους για την επίλυση προβλημάτων του χώρου της ψυχικής υγείας. Παρουσιάζεται ως ένας τρόπος κοινωνικής προσφοράς, ενώ τελικά έρχεται απλώς να καλύψει τις ανάγκες στελέχωσης του χώρου της ψυχικής υγείας με δωρεάν εργαζόμενους, τη στιγμή που θέσεις για προσωπικό στις διάφορες δομές παραμένουν κενές, τη στιγμή που εργαζόμενοι μένουν για μήνες απλήρωτοι, γιατί τα κονδύλια από τα ευρωπαϊκά προγράμματα ξαφνικά «εξαφανίζονται», την ίδια στιγμή που οι ίδιοι οι «ειδικοί» υποβιβάζουν τους ανθρώπους σε καταναλωτές φαρμάκων αφού ταυτίζουν τη θεραπεία με τη φαρμακολογία.

Μετά το τέλος των ομιλιών και ενώ δόθηκε ένας ελάχιστος χρόνος για ερωτήσεις από το κοινό, φάνηκε ολοκάθαρα η απροθυμία και μερικές φορές η επιθετικότητα των ομιλητριών ψυχιάτρων όχι μόνο να απαντήσουν, αλλά και να ακουστεί η οποιαδήποτε κριτική ή αντίλογος αναφορικά με τα φάρμακα ή το ρόλο της ψυχιατρικής στην ψυχική υγεία.

Αυτή η όλο και πιο αποδεκτή μέσα στους κύκλους των επαγγελματιών της ψυχικής υγείας ταύτιση της θεραπείας με τη φαρμακολογία, βασίζεται σε μια πιο γενική εικόνα που έχουν οι ίδιοι οι επαγγελματίες, αλλά και οι διάφορες επιτροπές, ινστιτούτα και οργανισμοί για το ίδιο το ζήτημα της υγείας: δηλαδή το διαχωρισμό των ανθρώπων σε υγιείς (αποδοτικούς) και ασθενείς (μη παραγωγικούς)… Με άλλα λόγια, ο άνθρωπος, θεωρείται «υγιής», όταν έχει τη δυνατότητα να είναι παραγωγικός και αποδοτικός στην εργασία του, στις σχέσεις του, στην αναπαραγωγή του είδους και του κοινωνικού «ήθους»… Όταν δεν είναι σε θέση να αποδώσει στους παραπάνω τομείς, υπάρχουν δύο επιλογές: ένας «σύγχρονος Καιάδας» εγκλεισμού και ασυλοποίησης ή η «επαγγελματικά κατοχυρωμένη» αποκλειστικότητα της φαρμακολογίας…

Αυτή η κυρίαρχη λογική βασίζεται στην ολοένα και αυξανόμενη τάση των επίσημων φορέων -από τον Π.Ο.Υ. μέχρι τα διάφορα ινστιτούτα- για την επίτευξη της μέγιστης αποδοτικότητας των μερών της κοινωνίας, και άρα της «προόδου» μέσω της ιατρικοποίησης της καθημερινότητας. Ο ρόλος των ιδρυμάτων ερευνών και των περισσότερων ινστιτούτων είναι η επισημοποίηση και κατοχύρωση αυτής της κυρίαρχης τάσης μέσα στους κύκλους της υγείας και ιδιαίτερα της ψυχικής. Η ταύτιση θεραπείας και φαρμακολογίας και η ολοένα και μεγαλύτερη βιολογικοποίηση της ψυχικής υγείας μας φαίνεται προγραμματισμένη και συντεταγμένη μέσα σε ένα συνολικότερο πλαίσιο εντατικοποίησης της ζωής μας, τη στιγμή μάλιστα που η οικονομική εξάρτηση των ινστιτούτων από τις φαρμακοβιομηχανίες είναι γνωστή.

Τα φάρμακα έρχονται να καλύψουν την αποκατάσταση μας, όλο και πιο γρήγορα, αδιαφορώντας για τις κοινωνικές αιτίες και συνθήκες, τεμαχίζοντας το κοινωνικό σύνολο σε ατομικές περιπτώσεις και λύσεις και διαχωρίζοντας ένα ανθρώπινο όλον σε νευροδιαβιβαστές και ορμόνες – μια ανάγνωση του ίδιου του σώματος και των επιθυμιών σε απολήξεις νεύρων και εκκρινόμενες ουσίες που αντικαθιστά οποιαδήποτε αλλαγή, ατομική και κοινωνική, σε θεραπείες συμπτωμάτων.

Μέσα σε αυτή τη λογική, το μεγαλύτερο μέρος των επαγγελματιών της ψυχικής υγείας αντιλαμβάνεται εντελώς αποσπασματικά κάθε ζήτημα που εμπίπτει σε αυτή.. Η προσπάθεια εξάλειψης του κοινωνικού στίγματος, όπως υποστηρίζεται από την ψυχιατρική, επικεντρώνεται εν τέλει στον αποστιγματισμό της λήψης φαρμάκων και ελάχιστα στον αποστιγματισμό της ίδιας της ψυχικής ασθένειας. Παράλληλα, η ελευθερία του «ασθενή» να επιλέξει, να δράσει, να αντιληφθεί τον εαυτό του, αντικαθίσταται από την συμπτωματική ή και πολλές φορές κατασταλτική χορήγηση φαρμάκων. Η δυνατότητα αλλαγής των κοινωνικών συνθηκών αντικαθίσταται από την αλλαγή των ατομικών επιθυμιών. Ο «ασθενής» παύει να είναι άνθρωπος που έχει επιθυμίες, ελευθερία επιλογών και προσωπικότητα και η επιτυχία της θεραπείας του αποτελεί πλέον την όσο το δυνατόν πιο γρήγορη επαναείσοδο στο σύστημα παραγωγής, εργασίας και κατανάλωσης που επαναφέρει στο προσκήνιο τις πιέσεις που τον οδήγησαν στα φάρμακα. Και όλο αυτό αδιαφορώντας για τον ίδιο το φαύλο κύκλο της αποκλειστικότητας της φαρμακολογίας.

Απέναντι σε όλα αυτά, ως μια πολιτική ομάδα ανθρώπων που ασχολείται με ζητήματα ψυχικής υγείας και αποτελείται από «υγιείς» και «ασθενείς», από χρήστες υπηρεσιών ψυχικής υγείας και μη, από «κανονικούς» και «παράξενους», το μόνο που έχουμε να προτείνουμε, είναι η ελεύθερη επιλογή του κάθε ανθρώπου να αντιμετωπίσει τα ζητήματα που τον ενοχλούν με τον τρόπο που θέλει ο ίδιος. Όχι επειδή είμαστε ενάντια στη χρήση φαρμάκων ή συγκεκριμένες μορφές θεραπείας (όσο αυτές δεν είναι κατασταλτικές), αλλά επειδή είμαστε ενάντια σε κάθε αποκλειστική λογική που προσπαθεί να κυριαρχήσει πάνω σε άλλες.

 

Μέχρι να πάψουμε να ερευνούμε το μέρος, το “κύτταρο”

και να στρέψουμε το βλέμμα απ’ το “περιστατικό” στον άνθρωπο, στην κοινωνική ολότητά του

και όχι στο ατομικό στίγμα του, θα είμαστε όλες και όλοι «ασθενείς»…

 Αθήνα, Φλεβάρης 2010