Mέχρι το γκρέμισμα του τελευταίου κέντρου κράτησης…

…κείμενο που μοιράστηκε τον Ιούλιο του 2013

Τα κέντρα κράτησης δεν είναι μια νέα πραγματικότητα. Από τις αρχές τις δεκαετίας του ’90 αποτελούν ένα δίκτυο χώρων που εκτείνεται σε ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο: αστυνομικά τμήματα, συνοριακά φυλάκια, τμήματα αλλοδαπών, κ.ά. Ένα δίκτυο χώρων εγκλεισμού μεταναστών, συχνά μακριά από κατοικημένες περιοχές, απομονωμένων (μέσω των περιφράξεων, των ψηλών τοίχων, της απουσίας οπτικής επαφής με τα κελιά και αντίστροφα) από τον έξω κόσμο. Χώρων- φυλακών, όπου τις απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης έρχονται να συμπληρώσουν οι ξυλοδαρμοί και τα καθημερινά σωματικά και ψυχολογικά βασανιστήρια.

Οι μετανάστες είναι η πληθυσμιακή ομάδα πάνω στην οποία ασκείται σε όλο της το μεγαλείο η βιοπολιτική εξουσία του ελληνικού κράτους, με μια συνεχή προσπάθεια ελέγχου και διαχείρισης της. Είναι αυτή που τις τελευταίες δύο δεκαετίες «ρυθμίζεται» νομοθετικά, καταστέλλεται βίαια, απομακρύνεται και φυλακίζεται στα κέντρα κράτησης. Αυτή που κατασκευάζεται ως εχθρός, ως απειλή και φόβος για την προσωπική και δημόσια ασφάλεια, υγεία, ευημερία. Αυτή που βιώνει την εκμετάλλευση και το ρατσισμό των «ντόπιων», την περιθωριοποίηση, τη βία, τις δολοφονικές φασιστικές επιθέσεις. Αν υπάρχει ένας τρόπος με τον οποίο δύναται να συγκροτηθεί σήμερα η κοινότητα και να διατηρήσει τη συνοχή της, αυτός είναι ακριβώς με την κατασκευή του Άλλου και τη συσπείρωση εναντίον του. Στη σημερινή φαντασιακή σύνθεση που ονομάζεται ελληνικό έθνος-κράτος (στην προσπάθεια συγκρότησης και διατήρησης της εθνικής ταυτότητας και συνοχής του αλλά και διαχείρισης των πληθυσμών, «παραγωγικών» ή μη που βρίσκονται ή προσπαθούν να βρεθούν στην επικράτειά του), αυτός ο Άλλος έχει βρει την υπόστασή του κατεξοχήν στο πρόσωπο των μεταναστών.

Τα τελευταία χρόνια σημαντικό κομμάτι της ρητορικής της κρατικής αντιμεταναστευτικής πολιτικής αποτελεί η «απειλή» της δημόσιας υγείας. Η ρητορική αυτή γίνεται το άλλοθι για εκτεταμένα αστυνομικά πογκρόμ στο κέντρο της Αθήνας (αλλά και σε άλλες πόλεις), για εισβολές σε σπίτια και κατειλημμένα κτίρια που κατοικούν μετανάστες, βαφτίζοντας τα «υγειονομικές βόμβες», επιχειρήσεις που καταλήγουν με τη σύλληψη και τη μεταφορά μεταναστών στα κέντρα κράτησης.

Ταυτόχρονα, τα κέντρα κράτησης (προς το παρόν αυτά της Αμυγδαλέζας και της Κορίνθου) έχουν αρχίσει να παίζουν ένα νέο ρόλο στην κρατική υγειονομική διαχείριση πληθυσμιακών ομάδων. Αρχές Μαρτίου ξεκίνησε η επιχείρηση «Θέτις», δηλαδή αστυνομικά πογκρόμ τοξικοεξαρτημένων στο κέντρο της Αθήνας. Όσοι χρήστες ουσιών τύχαινε να κινούνται στους δρόμους του κέντρου της Αθήνας συλλαμβάνονταν και οδηγούνταν στα κέντρα κράτησης, όπου καταγράφονταν αναλυτικά τα στοιχεία τους (προσωπικό και ιατρικό ιστορικό, αλλά και λήψη αποτυπωμάτων) και υποβάλλονταν σε αναγκαστικές ιατρικές εξετάσεις, πριν αφεθούν ελεύθεροι στη μέση του πουθενά. Γιατροί του ΚΕΕΛΠΝΟ (Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων) κυρίως ψυχολόγοι, γιατροί του ΕΚΕΠΥ (Εθνικό Κέντρο Επιχειρήσεων Υγείας) και προσωπικό από το ΕΚΑΒ και το υπουργείο Υγείας σε συνεργασία με μπάτσους έστησαν σ’ αυτά τα κέντρα κράτησης, υπό το πρόσχημα της υγειονομικής «απειλής» και με δικαιολογίες περί «ανθρωπιστικού έργου», τη συνέχεια του έργου της καταστολής και της διαχείρισης των συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων που κατασκευάζονται και στιγματίζονται ως περιττές, μολυσματικές. Το έργο που ξεκίνησε με τα πογκρόμ στους μετανάστες, συνεχίστηκε με το διασυρμό στα media και την προφυλάκιση των οροθετικών γυναικών και επανέρχεται στο προσκήνιο με την επαναφορά της διάταξης ΓΥ/39Α για τον «περιορισμό της διάδοσης λοιμωδών νοσημάτων», στην οποία προβλέπονται ειδικοί έλεγχοι για τους χρήστες ουσιών και τα εκδιδόμενα άτομα, καθώς και η εκπόνηση ειδικών προγραμμάτων ελέγχου σε μετανάστες.

Αν κάτι δίνει φως στη δυστοπική συνθήκη των κέντρων κράτησης μεταναστών, είναι οι αγώνες που οι ίδιοι κάνουν καθημερινά ενάντια στην επιβολή της εξαθλίωσης τους, με εξεγέρσεις, απεργίες πείνας και αποδράσεις. Κι αν κάτι μας αντιστοιχεί, είναι να αναδείξουμε το ζήτημα και να χτίσουμε ουσιαστικές σχέσεις αλληλεγγύης με τους έγκλειστους στα κέντρα κράτησης μετανάστες αλλά και με όλους όσους αγωνίζονται μέσα κι έξω από αυτά, μέχρι το γκρέμισμα του τελευταίου κέντρου κράτησης.

Ετοιμάζονται να κλείσουν τα ψυχιατρικά ιδρύματα, διαμαρτυρίες εργαζομένων

Οι εργαζόμενοι των  ψυχιατρείων Δαφνίου και «Δρομοκαΐτειου» πραγματοποίησαν συγκέντρωση διαμαρτυρίας έξω από το υπουργείο Υγείας,  στο πλαίσιο τετράωρης στάσης εργασίας από τις 11 το πρωί με βάση τις αποφάσεις που έλαβαν στην πρόσφατη γενική τους συνέλευση.  Την Τετάρτη 30 Οκτώβρη θα συνεδριάσουν τα διοικητικά συμβούλια των σωματείων εργαζομένων των 2 ψυχιατρείων με προοπτική κλιμάκωσης των κινητοποιήσεών τους. Ήδη υπάρχεισυγκεκριμένο αγωνιστικό πλαίσιο και πρόγραμμα δράσης σαν πρόταση για  αποκλεισμό των ταμείων των νοσοκομείων, κατάληψη των διοικήσεων των νοσοκομείων, κήρυξη 24ωρης απεργίας και στα 3 ψυχιατρικά νοσοκομεία της χώρας (Δαφνί, «Δρομοκαΐτειο», Θεσσαλονίκης) και συμμετοχή στη γενική απεργία στις 6 Νοέμβρη.  «Δεν θα κάνω σε καμία περίπτωση ούτε βήμα πίσω από το περιεχόμενο του συμφώνου Λυκουρέντζου – Άντορ για τα ψυχιατρεία» ξεκαθάρισε η υφυπουργός Υγείας, Ζέτα Μακρή, στους εργαζόμενους σήμερα. Η κυβέρνηση, όπως άλλωστε προβλέπει και το σχετικό σύμφωνο, κινείται με μαθηματική ακρίβεια και εντός του χρονοδιαγράμματος, προς την  κατάργηση  των ψυχιατρείων μέχρι τις αρχές του καλοκαιριού του 2015, στη διαθεσιμότητα του προσωπικού και στη γενικευμένη επιχειρηματική δράση στην ψυχική υγεία μέσω των λεγόμενων ΜΚΟ.  Οι εργαζόμενοι απαίτησαν νέα συνάντηση με την υφυπουργό την Παρασκευή 1 Νοέμβρη με κινητοποίηση που θα πραγματοποιήσουν έξω από το υπουργείο Υγείας.  Ανασύνταξη από το http://902.gr/eidisi/ergatiki-taxi/30128/klimakonoyn-tis-kinitopoiiseis-toys-oi-ergazomenoi-sta-psyhiatreia-foto#/0  Το τέρας της πολιτικής Ζέτα Μακρή επικαλείται ένα σύμφωνο που υπέγραψε στις Βρυξέλες ο Λυκουρέντζος σαν υπουργός υγείας με τον επίτροπο Αντορ το Μάϊο του 2013, που αφορά εξέλιξη ενός προηγούμενου συμφώνου. Προβλέπεται η αποασυλοποίηση των ασθενών με πολλαπλές μεθόδους, ώστε να φύγουν από τα ιδρύματα και να πάνε σε ΜΚΟ, σε ιδιώτες ή άλλους ιδιωτικούς φορείς, μειώνοντας έτσι τα έξοδα γι αυτούς τους ασθενείς. Κάτω από το μανδύα της “ένταξης πίσω στην κοινωνία” κρύβεται η απόσυρση κονδυλίων από το κράτος και η υποχρέωση των ασθενών και συγγενών  τους να καλύψουν τα όποια κόστη προκύψουν από την αλλαγή.  Το θέμα είναι από τα πλέον άγρια της κρίσης καθώς πολλοί ασθενείς εγκαταλελειμένοι από συγγενείς θα πεταχτούν να ζήσουν μόνοι στο δρόμο.

 

Ετοιμάζονται να κλείσουν τα ψυχιατρικά ιδρύματα, διαμαρτυρίες εργαζομένων

Την υγειά μας νά ‘χουμε…

…κείμενο σε σχέση με τη διαπόμπευση των οροθετικών γυναικών την άνοιξη του 2012

 Ο πρόσφατος διασυρμός των οροθετικών γυναικών μέσω των mediaκαι η προφυλάκισή τους αποτελεί – μέχρι στιγμής – το τελευταίο επεισόδειο στην γελοιότητα που ονομάζεται «υγεινομική βόμβα». Ακόμα και το τελευταίο blogτοπικών ειδήσεων ανακαλύπτει υγειονομικές βόμβες από σκουπίδια αφημένα πλάι στους κάδους. Πέρα, όμως, από την πιασάρικη χρήση του όρου από τους λειτουργούς του θεάματος είναι εμφανής μια κεντρική διαδικασία που, με επίκεντρο την υγεία (και την απειλή της), διαμορφώνει ένα καθεστώς εκτάκτου ανάγκης, το οποίο τείνει προς τη μονιμότητα. Και σ’αυτή τη διαδικασία συναρθρώνονται διάφορες δομές εξουσίας: από το επίσημο κράτος με τους μπάτσους και τις υγεινομικές υπηρεσίες του μέχρι τα media, τις φαρμακοεταιρίες, τις μκο και τη σαβούρα του πατριωτικού χώρου.

Δεν πάνε πολλά χρόνια από τότε που η δημόσια υγεία «απειλούνταν» από τον ιό των πουλερικών και τη γρίπη των χοίρων, ενώ σχεδόν μια δεκαετία πίσω το ίδιο έργο παίχτηκε και με τον ιό sars. Ήταν τότε που σε πολλές χώρες κομμάτια του πληθυσμού έμπαιναν σε καραντίνα και αποκλείονταν από καθημερινές δραστηριότητες ενώ σε δημόσιους χώρους πραγματοποιούνταν υγεινομικοί έλεγχοι. Το ελληνικό κράτος συμμετείχε σ’ αυτή τη διαδικασία καλώντας μαζικά τον πληθυσμό να εμβολιαστεί και να πάρει τα μέτρα του, ενώ δεν ήταν σπάνια η εικόνα να κυκλοφορούν άτομα με χειρουργικές μάσκες σε μετρό και άλλους δημόσιους χώρους. Εκ του αποτελέσματος φάνηκε ότι αυτοί οι «ιοί – φονιάδες» προκάλεσαν απειροελάχιστους θανάτους σε σύγκριση με την απλή εποχιακή γρίπη. Παρόλα αυτά δημιουργήθηκε μια χρυσή παρακαταθήκη ως προς τη διαχείριση πληθυμού «όταν υπάρχει ανάγκη».

Την αμέσως επόμενη περίοδο η «απειλή» της δημόσιας υγείας αποτελεί βασικό ιδεολογικό εργαλείο της κρατικής αντιμεταναστευτετικής πολιτικής. Η πηγή του «κακού», ενώ αφορούσε μη ανθρώπινους παράγοντες, τώρα περιλαμβάνει συγκεκριμένα κομμάτια του πληθυσμού. Ξαφνικά οι πλατείες του κέντρου που αράζουν πολλοί μετανάστες, τα σπίτια και οι οικισμοί που μένουν αποτελούν υγεινομικές βόμβες, όπου χρειάζεται κρατική παρέμβαση και η οποία πραγματοποιείται με στρατιωτικούς όρους . Η απαγόρευση εξόδου των μεταναστών από τον καταυλισμό στο λιμάνι της Πάτρας και μετέπειτα ο εμπρησμός του καταυλισμού, οι συνεχείς επιθέσεις των μπάτσων στο χώρο που έμεναν μετανάστες στην Ηγουμενίτσα, τα καθημερινά πογκρόμ στο κέντρο της Αθήνας και η εκδίωξη τους από τα κτίρια που έχουν καταληφθεί για να εξασφαλίσουν τη στέγαση (παλιό εφετείο, Κολούμπια κλπ) συνθέτουν μια διαδικασία που από τη μια σπρώχνει τους μετανάστες στην εξαθλίωση και στη συνέχεια τους παρουσιάζει ως απειλή για τη δημόσια υγεία. Για να έρθει μετά το στοργικό κράτος να δώσει τη λύση, δηλαδή τα στρατόπεδα συγκέντρωσης – τα οποία παρουσιάζονται σαν πεντάστερα ξενοδοχεία.

Στο πλαίσιο της ίδιας αντιμεταναστευτικής εκστρατείας είχε χρησιμοποιηθεί το επιχείρημα της «υγεινομικής βόμβας» για τις μετανάστριες εκδιδόμενες στο κέντρο της Αθήνας αρκετούς μήνες νωρίτερα. Για να γενικευτεί, τώρα, σε όσες γυναίκες δούλευαν στο πεζοδρόμιο, εξορθολογιοποιώντας ταυτόχρονα τα οργανωμένα κυκλώματα της πορνείας.

Μέσα σ’ όλη αυτή τη συνθήκη, και ειδικά στα πρόσφατα γεγονότα, φάνηκε εύγλωτα ο ρόλος και η λειτουργία του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (κεελπνο). Το εν λόγω κέντρο, όντας από 1992 εποπτευόμενο και χρηματοδοτούμενο από το υπουργείο υγείας, έχει στην αρμοδιότητά του την πραγματοποίηση ερευνών και την πρόταση πολιτικών στρατηγικών που αφορούν τη «δημόσια υγεία». Γενικά, θα λέγαμε ότι από τη μια δρα ως ιδεολογικός μηχανισμός, ταγμένος στην προώθηση του υγειινισμού, αναγνωρίζοντας σε κάθε σημείο «κινδύνους» για την υγεία (με εκστρατείες πληροφόρησης του στυλ «πώς να πλένετε σωστά τα χέρια σας», «πώς να μην κολλήσετε ασθένειες από τα κουνούπια» κλπ). Κι από την άλλη, δρα ως συμπληρωματικό κομμάτι της αστυνομίας απέναντι στα υποκείμενα που παίνουν στο στόχαστρο της δημόσιας τάξης, με ένα τρόπο που φανερώνει ότι η κοινωνική πρόνοια είναι η ανεστραμμένη μορφή του κράτους ασφάλειας.

Και όπως ειπώθηκε, κύριο αντικείμενο της σύγχρονης βιοπολιτικής είναι οι μετανάστες και η διαχείρισή τους. Έτσι, λοιπόν, αρχές Απρίλη, οι πρώην υπουργοί υγείας και προ.πο θα ανακοινώσουν «ένα ολοκληρωμένο σχέδιο προστασίας της δημόσιας υγείας από τους λαθρομετανάστες»[1] το οποίο πατάει στους εξής 6 άξονες:

 

1) Θα ερευνηθούν και θα διαπιστωθούν ποιες είναι οι μολυσματικές ασθενείες που μεταφέρουν κάποιοι από τους μετανάστες που εισέρχονται παράνομα στη χώρα

2) Θα γίνονται υποχρεωτικοί έλεγχοι σε όλους του μετανάστες, και όχι προαιρετικοί, όπως ήταν μέχρι τώρα

3) Θα δημιουργηθούν στα νοσοκομεία ειδικοί χωροί που θα φυλάσσονται από την αστυνομία και στους οποίους θα μεταφέρονται όλοι οι μετανάστες που αντιμετωπίζουν κάποια μολυσματική ασθένεια

4) Θα υπάρχουν σαφείς περιορισμοί στην απασχόληση έτσι ώστε να μην εργάζονται μετανάστες σε θέσεις που επηρεάζουν τη δημόσια υγεία

5) Κλιμάκια αστυνομικών σε συνεργασία με το ΚΕΕΛΠΝΟ θα ελέγχουν με κινητές μονάδες λαθρομετανάστες

6) Θα δημιουργηθεί μια γραμμή επικοινωνίας όπου ο πολίτης θα μπορεί να καλεί και να δίνει στοιχεία και πληροφορίες για διαμερίσματα οπού στοιβάζονται δεκάδες αλλοδαποί κάτω από άθλιες συνθήκες ή χώροι όπου μαζεύονται πολλοί μετανάστες και αποτελούν εστίες μόλυνσης.[2]

 

Κατά αυτόν τον τρόπο, τη στιγμή που το «μεταναστευτικό ζήτημα» αποτελεί σημείο αιχμής, από πλευράς εξουσίας, στην ιδεολογική διαχείριση της παρούσας κοινωνικής συγκυρίας, οι κατασταλτικοί και υγειονομικοί μηχανισμοί του κράτους εφαρμόζουν πρακτικές ολοκληρωτικού τύπου πάνω στους μετανάστες.

Αντίστοιχες πρακτικές, μικρότερης κλίμακας, έχουμε δει να συμβαίνουν κατά καιρούς και στους τοξικοεξαρτημένους, με τη μεταφορά των σημείων διακίνησης σε συγκεκριμένα σημεία μέσα στην πόλη και την οριοθέτησή τους από την αστυνομία, τις επιχειρήσεις «σκούπα» και τις μαζικές συλλήψεις, αλλά και την – από τα πάνω – προώθηση συγκεριμένων προγραμμάτων αποτοξίνωσης έναντι άλλων.

Οι μετανάστες, οι τοξικοεξατημένοι και οι εκδιδόμενες  αποτελούν τις κοινωνικές ομάδες  που η μέχρι τώρα κατασταλτική τους διαχείριση γίνεται – και – με υγειονομικούς όρους. Επίσης, είναι και τα κομμάτια αυτά, που παραδοσιακά αποκλείονται από το δημόσιο σύστημα υγείας. Την παρούσα περίοδο, η αύξηση της ανεργίας και η συρρίκνωση του δημόσιου συστήματος υγείας αποκλείει όλο και περισσότερα τμήματα του πληθυσμού από την υγειονομική περίθαλψη. Έτσι, η ολοκληρωτική διαχείριση τμημάτων του πληθυσμού αποκτά και μια εξελικτική μορφή, όπου σιγά-σιγά στο πεδίο της μπαίνουν και περισσότερα κοινωνικά κομμάτια.

Παράλληλα, διακρίνουμε και μια εργαλειακή χρήση των συνεχώς ανακαλυπτόμενων υγειονομικών βομβών στο κέντρο της Αθήνας. Εδώ και καιρό, στο λεγόμενο «ιστορικό κέντρο» της Αθήνας εξελίσσεται μια διαδικασία ανάπλασης και εξευγενισμού. Ήδη, σε περιοχές όπως ο κεραμεικός και το γκάζι που υπέστησαν τη διαδικασία του gentrification, για να μετατραπούν σε ζώνες διασκέδασης και πολιτιστικής κατανάλωσης, διώχτηκαν μαζικά οι τότε κάτοικοί τους, κυρίως φτωχοί και μετανάστες. Έτσι, λοιπόν, και στο κέντρο της Αθήνας που είναι συγκεντρωμένοι πολλοί μετανάστες, καθώς και εκδιδόμενες και τοξικοεξαρτημένοι, η βιοπολιτική τους διαχείριση σχετίζεται άμεσα με τα σχέδια καπιταλιστικής ανάπτυξης αλλά και την οικονομία του εγκλήματος στην περιοχή.

Αντιλαμβανόμαστε ότι η υγεία αποτελεί ήδη – και στο μέλλον ακόμη περισσότερο – ένα πεδίο που θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό τη μορφή που θα πάρει ο κοινωνικός ανταγωνισμός. Από τη μια το κράτος με τους υγεινομικούς/κατασταλτικούς μηχανισμούς του, η επιστήμη με την αέναη κατασκευή και οριοθέτηση του κανονικού και του πραγματικού, και τα αφεντικά που ενώ δεν δίνουν δεκάρα για κοινωνική ασφάλιση, η υγεία απλώνεται μπροστά τους ως ένα πεδίο επιχειρηματικότητας και παραγωγής κέρδους. Κι από την άλλη, όλοι εμείς, αποκλειόμενοι και αποκλεισμένοι από την εξασφάλιση της κοινωνικής μας αναπαραγωγής, χωρίς πρόσβαση στο σύστημα υγείας, που η υγεία εμφανίζεται απέναντι μας ως ιδεολογία και τεχνολογία ελέγχου. Δυο κόσμοι σε σύγκρουση.

 


[1] http://www.protothema.gr/greece/article/?aid=187226

[2] Ό.π.

Σχετικά με την παθολογικοποίησητης σεξουαλικότητας

…κείμενο που γράφτηκε με αφορμή το 2ήμερο για την σεξουαλικότητα που έγινε στις 1& 2 Ιούνη 2012, διήμερο που διοργανώθηκε από το έκφυλο καφενείο στην κατάληψη Πατησίων 61 & Σκαραμαγκά

Ο κόσμος μας συγκροτείται από δίπολα, σωστό/λάθος, καλό/κακό, αληθές/ψευδές.Και άλλα όπως κανονικό/παρεκκλίνον, υγεία/ασθένεια, φυσικό/αφύσικο, ορθή σεξουαλικότητα/ανωμαλία. Τα δίπολα αυτά, ως κοινωνικές κατασκευές, είναι εν δυνάμει μεταβαλλόμενα και το περιεχόμενό τους έχει διαφοροποιηθεί, περισσότερο ή λιγότερο, σε διαφορετικές χρονικές περιόδους και κοινωνίες. Ηθική, φιλοσοφία, θρησκεία, κρατικοί μηχανισμοί και θεσμοί, σχέσεις εξουσίας, κυρίαρχος λόγος και λόγος αντίστασης και πολλές άλλες συνισταμένες συντελούν στη διαμόρφωση και την αλλαγή ή τη στασιμότητά τους. Στις δυτικές κοινωνίες, τους τελευταίους αιώνες, η ηθική και η θρησκεία, με την πρωτοκαθεδρία του λόγου τους, έπαιξαν τεράστιο ρόλο στη διαμόρφωση του περιεχομένου της έννοιας που ονομάζουμε σεξουαλικότητα, στη διχοτόμησή της σε καλή ή κακή, φυσιολογική ή «παρά φύση», κανονική ή ανώμαλη. Η παθολογικοποίηση της σεξουαλικότητας δεν ξεκινάει από την ψυχολογία ή από την ιατρική, αλλά από τη στιγμή εκείνη που γίνεται αντιληπτή ως μια ευθεία γραμμή με θετικό και αρνητικό πρόσημο στο κάθε της άκρο. Η Gayle Rubin κατέγραψε αυτή την πόλωση στο εσωτερικό της σεξουαλικότητας στα μέσα της δεκαετίας του ’80 και τη σχηματοποίησε ονομάζοντάς την «ερωτική πυραμίδα». Ένα σχήμα που με κάποιες διαφοροποιήσεις μπορούμε να το αναγνωρίσουμε και στη σημερινή πραγματικότητα:

 

sexpyramid

 

  ——————————–————————————-

 

*Η “καλή” σεξουαλικότητα και το σταδιακό πέρασμα στην “κακή”.Από το Gayle S. Rubin,«Thinking sex: notes for a radical theory of the politics of sexuality», στο Richard Parker, Peter Aggleton (επιμ.), Culture, society and sexuality: a reader, 1999, σελ. 161

———————————————————————-

 

Κι αν μέχρι τώρα η έννοια της σεξουαλικότητας επικεντρώνεται κυρίως στην ίδια τη σεξουαλική πράξη, δεν μπορούμε να μην επισημάνουμε τη σύνδεση αυτής της αντίληψης με το λόγο της θρησκείας, του χριστιανισμού: με τη σύνδεση του σεξ καθαρά και απολύτως με την αναπαραγωγή, και, μόνο μεταξύ ατόμων διαφορετικού φύλου, με την εξύψωση του αναπαραγωγικού σώματος σε σώμα ιερό, δοσμένο από το θεό, το οποίο πρέπει να κρατηθεί αμόλυντο, με την επακόλουθη άρνηση της επιθυμίας και της
ηδονής.

Η ανάπτυξη των επιστημών, της ιατρικής και μετέπειτα αυτών της ψυχικής υγείας έδωσε μια άλλη διάσταση στην παθολογικοποίηση αυτή. στην αλήθεια του θεού προστέθηκε η αλήθεια της επιστήμης, που ήρθε όχι τόσο να αναιρέσει, αλλά να επιβεβαιώσει, να εξορθολογήσει (ή να προσπαθήσει έστω) και να ορίσει εκ νέου τα όρια κανονικότητας και διαστροφής, να προσθέσει ένα ακόμη πεδίο ελέγχου του σώματος και της σεξουαλικότητας. Το σύνολο αυτό με το όνομα «σεξουαλικές διαταραχές» δεν έχει διαφοροποιηθεί ιδιαίτερα από την προ-επιστήμης εποχή, αυτό που έχει αλλάξει είναι ο βαθμός ανάλυσής τους και τα αίτια στα οποία αποδίδονται. Από την κλινική μελέτη Psychopathia Sexualis που εξέδωσε ο ψυχίατρος Richard von Kraft-Ebing στα τέλη του 19ου αιώνα, μέχρι τη τελευταία έκδοση (5η) του ψυχιατρικού εγχειριδίου DSM που θα κυκλοφορήσει τον επόμενο χρόνο, οι διαστροφές από ανήθικες, παράνομες, αμαρτωλές πράξεις, μετατρέπονται σε στοιχεία που ορίζουν το άτομο στο σύνολό του, το καθιστούν εν γένει άρρωστο.

Σήμερα, το κεφάλαιο των σεξουαλικών διαταραχών στο ισχύον DSM (DSM IVTR), χωρίζεται σε τέσσερα μέρη: «σεξουαλικές δυσλειτουργίες», «παραφιλίες», «διαταραχές της ταυτότητας φύλου» και άλλες σεξουαλικές διαταραχές. Οι σεξουαλικές δυσλειτουργίες περιλαμβάνουν τις διαταραχές σεξουαλικής επιθυμίας (διαταραχή υποτονικής σεξουαλικής επιθυμίας, διαταραχή σεξουαλικής αποστροφής), διαταραχές σεξουαλικής διέγερσης (σεξουαλικής διέγερσης στη γυναίκα, και στύσης στον άντρα), διαταραχές του οργασμού (στη γυναίκα, στον άντρα, πρόωρη εκσπερμάτωση), τις διαταραχές σεξουαλικού πόνου (δυσπαρευνία και κολεοσπασμός) και τέλος τη σεξουαλική δυσλειτουργία οφειλόμενη σε γενική ιατρική κατάσταση, προκαλούμενη από ουσίες ή άλλο λόγο. Στις παραφιλίες συμπεριλαμβάνονται η επιδειξιομανία, ο φετιχισμός, η εφαψιομανία, η παιδοφιλία, ο σεξουαλικός μαζοχισμός, ο σεξουαλικός σαδισμός, ο τρανσβεστικός φετιχισμός, η ηδονοβλεψία, και άλλη παραφιλία. Οι διαταραχές, τέλος, της ταυτότητας φύλου, αναφέρονται στην αναντιστοιχία του βιολογικού φύλου με την ταυτότητα φύλου του ατόμου και στη δυσφορία που έχει κανείς με την ταυτότητα φύλου που του έχει ανατεθεί κοινωνικά.

Η ψυχολογικοποίηση σεξουαλικών συμπεριφορών, πράξεων, προσανατολισμών, έμφυλων ταυτοτήτων τα αποσπά από το κοινωνικό πεδίο, απορρίπτει το πολύπλοκο πλέγμα της κοινωνικής κατασκευής του φύλου, της ταυτότητας, της σεξουαλικότητας, της επιθυμίας, για να τα εντάξει απλά, να τα εδαφικοποιήσει στο ένα και μόνο σώμα του εκάστοτε «ασθενή». Το κύρος του ψυχιατρικού λόγου είναι αυτό που έχει συνδράμει στη συνεχιζόμενη αναπαραγωγή του δίπολου καλής και κακής σεξουαλικότητας. Άλλες κοινωνικές διεργασίες, μέρος του προαναφερθέντος πλέγματος, είναι αυτές που έχουν κρατήσει το σεξ και γενικότερα τη σεξουαλικότητα στο πεδίο του προσωπικού, που έχουν καταστήσει σεξουαλικές πρακτικές, ακόμα κι αν δεν εμπίπτουν στην κατηγορία της διαταραχής, θέματα που η συζήτησή τους είναι ταμπού ή προκαλεί ντροπή, όπως τον αυνανισμό.

Όπως τα πάντα, το σεξ είναι πολιτικό. Η σεξουαλικότητα είναι πολιτική. Δεν περιορίζεται στην σεξουαλική πράξη, αλλά περιλαμβάνει διαθέσεις, επιθυμίες και βέβαια κοινωνικούς καθορισμούς. Δε μιλάμε για το κυνήγι της ηδονής ως αυτοσκοπό, ούτε για την καθαρότητα της επιθυμίας, αφού κι αυτή μπορεί να κατασκευαστεί και να επηρεαστεί από τα κυρίαρχα (και ενίοτε τα ανταγωνιστικά στο κυρίαρχο) πρότυπα για το φύλο, τις σχέσεις. Μιλάμε όμως για μια σεξουαλικότητα τοποθετημένη στο κοινωνικό, για μια σεξουαλικότητα χωρίς πρόσημο. Για τη συνείδηση των ορίων που της έχουν τεθεί και τον απεγκλωβισμό της από αυτά. Για σεξουαλικές πρακτικές βασιζόμενες στην κοινή επιθυμία και συναίνεση. Για τον αυτοκαθορισμό της επιθυμίας, του σώματος, της σεξουαλικότητας, της ταυτότητάς μας.

 

 

 

Κάποιες σκέψεις για το ζήτημα της ψυχικής υγείας και των ψυχοφαρμάκων με αφορμή την εκδήλωση της 2-2-2010 του Ελληνικού Ιδρύματος Ερευνών

 Πρινλίγες εβδομάδες, με ενδιαφέρον πληροφορηθήκαμε ότι ξεκίνησε ένας ανοιχτός κύκλος ομιλιών για την ψυχική υγεία από το Ινστιτούτο Βιολογικών Ερευνών και Βιοτεχνολογίας του Ε.Ι.Ε. σε συνεργασία με το ΕΠΙΨΥ. Με ενδιαφέρον, επίσης, αποφασίσαμε να το παρακολουθήσουμε και χωρίς καμία έκπληξη, διαπιστώσαμε ότι ο λόγος για την ψυχική υγεία συνεχίζει να ανήκει στους ειδικούς, στην ψυχιατρική.

stripped

Παρακολουθώντας τη διαδικασία, εμπεδώσαμε πλήρως ότι για το σύνολο των «επαγγελματιών» ομιλητών, θεραπεία σημαίνει αυτομάτως φαρμακευτική αγωγή. Εμπεδώσαμε πλήρως ότι ο εθελοντισμός προωθείται ως μία από τις σπουδαιότερες παραμέτρους για την επίλυση προβλημάτων του χώρου της ψυχικής υγείας. Παρουσιάζεται ως ένας τρόπος κοινωνικής προσφοράς, ενώ τελικά έρχεται απλώς να καλύψει τις ανάγκες στελέχωσης του χώρου της ψυχικής υγείας με δωρεάν εργαζόμενους, τη στιγμή που θέσεις για προσωπικό στις διάφορες δομές παραμένουν κενές, τη στιγμή που εργαζόμενοι μένουν για μήνες απλήρωτοι, γιατί τα κονδύλια από τα ευρωπαϊκά προγράμματα ξαφνικά «εξαφανίζονται», την ίδια στιγμή που οι ίδιοι οι «ειδικοί» υποβιβάζουν τους ανθρώπους σε καταναλωτές φαρμάκων αφού ταυτίζουν τη θεραπεία με τη φαρμακολογία.

Μετά το τέλος των ομιλιών και ενώ δόθηκε ένας ελάχιστος χρόνος για ερωτήσεις από το κοινό, φάνηκε ολοκάθαρα η απροθυμία και μερικές φορές η επιθετικότητα των ομιλητριών ψυχιάτρων όχι μόνο να απαντήσουν, αλλά και να ακουστεί η οποιαδήποτε κριτική ή αντίλογος αναφορικά με τα φάρμακα ή το ρόλο της ψυχιατρικής στην ψυχική υγεία.

Αυτή η όλο και πιο αποδεκτή μέσα στους κύκλους των επαγγελματιών της ψυχικής υγείας ταύτιση της θεραπείας με τη φαρμακολογία, βασίζεται σε μια πιο γενική εικόνα που έχουν οι ίδιοι οι επαγγελματίες, αλλά και οι διάφορες επιτροπές, ινστιτούτα και οργανισμοί για το ίδιο το ζήτημα της υγείας: δηλαδή το διαχωρισμό των ανθρώπων σε υγιείς (αποδοτικούς) και ασθενείς (μη παραγωγικούς)… Με άλλα λόγια, ο άνθρωπος, θεωρείται «υγιής», όταν έχει τη δυνατότητα να είναι παραγωγικός και αποδοτικός στην εργασία του, στις σχέσεις του, στην αναπαραγωγή του είδους και του κοινωνικού «ήθους»… Όταν δεν είναι σε θέση να αποδώσει στους παραπάνω τομείς, υπάρχουν δύο επιλογές: ένας «σύγχρονος Καιάδας» εγκλεισμού και ασυλοποίησης ή η «επαγγελματικά κατοχυρωμένη» αποκλειστικότητα της φαρμακολογίας…

Αυτή η κυρίαρχη λογική βασίζεται στην ολοένα και αυξανόμενη τάση των επίσημων φορέων -από τον Π.Ο.Υ. μέχρι τα διάφορα ινστιτούτα- για την επίτευξη της μέγιστης αποδοτικότητας των μερών της κοινωνίας, και άρα της «προόδου» μέσω της ιατρικοποίησης της καθημερινότητας. Ο ρόλος των ιδρυμάτων ερευνών και των περισσότερων ινστιτούτων είναι η επισημοποίηση και κατοχύρωση αυτής της κυρίαρχης τάσης μέσα στους κύκλους της υγείας και ιδιαίτερα της ψυχικής. Η ταύτιση θεραπείας και φαρμακολογίας και η ολοένα και μεγαλύτερη βιολογικοποίηση της ψυχικής υγείας μας φαίνεται προγραμματισμένη και συντεταγμένη μέσα σε ένα συνολικότερο πλαίσιο εντατικοποίησης της ζωής μας, τη στιγμή μάλιστα που η οικονομική εξάρτηση των ινστιτούτων από τις φαρμακοβιομηχανίες είναι γνωστή.

Τα φάρμακα έρχονται να καλύψουν την αποκατάσταση μας, όλο και πιο γρήγορα, αδιαφορώντας για τις κοινωνικές αιτίες και συνθήκες, τεμαχίζοντας το κοινωνικό σύνολο σε ατομικές περιπτώσεις και λύσεις και διαχωρίζοντας ένα ανθρώπινο όλον σε νευροδιαβιβαστές και ορμόνες – μια ανάγνωση του ίδιου του σώματος και των επιθυμιών σε απολήξεις νεύρων και εκκρινόμενες ουσίες που αντικαθιστά οποιαδήποτε αλλαγή, ατομική και κοινωνική, σε θεραπείες συμπτωμάτων.

Μέσα σε αυτή τη λογική, το μεγαλύτερο μέρος των επαγγελματιών της ψυχικής υγείας αντιλαμβάνεται εντελώς αποσπασματικά κάθε ζήτημα που εμπίπτει σε αυτή.. Η προσπάθεια εξάλειψης του κοινωνικού στίγματος, όπως υποστηρίζεται από την ψυχιατρική, επικεντρώνεται εν τέλει στον αποστιγματισμό της λήψης φαρμάκων και ελάχιστα στον αποστιγματισμό της ίδιας της ψυχικής ασθένειας. Παράλληλα, η ελευθερία του «ασθενή» να επιλέξει, να δράσει, να αντιληφθεί τον εαυτό του, αντικαθίσταται από την συμπτωματική ή και πολλές φορές κατασταλτική χορήγηση φαρμάκων. Η δυνατότητα αλλαγής των κοινωνικών συνθηκών αντικαθίσταται από την αλλαγή των ατομικών επιθυμιών. Ο «ασθενής» παύει να είναι άνθρωπος που έχει επιθυμίες, ελευθερία επιλογών και προσωπικότητα και η επιτυχία της θεραπείας του αποτελεί πλέον την όσο το δυνατόν πιο γρήγορη επαναείσοδο στο σύστημα παραγωγής, εργασίας και κατανάλωσης που επαναφέρει στο προσκήνιο τις πιέσεις που τον οδήγησαν στα φάρμακα. Και όλο αυτό αδιαφορώντας για τον ίδιο το φαύλο κύκλο της αποκλειστικότητας της φαρμακολογίας.

Απέναντι σε όλα αυτά, ως μια πολιτική ομάδα ανθρώπων που ασχολείται με ζητήματα ψυχικής υγείας και αποτελείται από «υγιείς» και «ασθενείς», από χρήστες υπηρεσιών ψυχικής υγείας και μη, από «κανονικούς» και «παράξενους», το μόνο που έχουμε να προτείνουμε, είναι η ελεύθερη επιλογή του κάθε ανθρώπου να αντιμετωπίσει τα ζητήματα που τον ενοχλούν με τον τρόπο που θέλει ο ίδιος. Όχι επειδή είμαστε ενάντια στη χρήση φαρμάκων ή συγκεκριμένες μορφές θεραπείας (όσο αυτές δεν είναι κατασταλτικές), αλλά επειδή είμαστε ενάντια σε κάθε αποκλειστική λογική που προσπαθεί να κυριαρχήσει πάνω σε άλλες.

 

Μέχρι να πάψουμε να ερευνούμε το μέρος, το “κύτταρο”

και να στρέψουμε το βλέμμα απ’ το “περιστατικό” στον άνθρωπο, στην κοινωνική ολότητά του

και όχι στο ατομικό στίγμα του, θα είμαστε όλες και όλοι «ασθενείς»…

 Αθήνα, Φλεβάρης 2010