Την υγειά μας νά ‘χουμε…

…κείμενο σε σχέση με τη διαπόμπευση των οροθετικών γυναικών την άνοιξη του 2012

 Ο πρόσφατος διασυρμός των οροθετικών γυναικών μέσω των mediaκαι η προφυλάκισή τους αποτελεί – μέχρι στιγμής – το τελευταίο επεισόδειο στην γελοιότητα που ονομάζεται «υγεινομική βόμβα». Ακόμα και το τελευταίο blogτοπικών ειδήσεων ανακαλύπτει υγειονομικές βόμβες από σκουπίδια αφημένα πλάι στους κάδους. Πέρα, όμως, από την πιασάρικη χρήση του όρου από τους λειτουργούς του θεάματος είναι εμφανής μια κεντρική διαδικασία που, με επίκεντρο την υγεία (και την απειλή της), διαμορφώνει ένα καθεστώς εκτάκτου ανάγκης, το οποίο τείνει προς τη μονιμότητα. Και σ’αυτή τη διαδικασία συναρθρώνονται διάφορες δομές εξουσίας: από το επίσημο κράτος με τους μπάτσους και τις υγεινομικές υπηρεσίες του μέχρι τα media, τις φαρμακοεταιρίες, τις μκο και τη σαβούρα του πατριωτικού χώρου.

Δεν πάνε πολλά χρόνια από τότε που η δημόσια υγεία «απειλούνταν» από τον ιό των πουλερικών και τη γρίπη των χοίρων, ενώ σχεδόν μια δεκαετία πίσω το ίδιο έργο παίχτηκε και με τον ιό sars. Ήταν τότε που σε πολλές χώρες κομμάτια του πληθυσμού έμπαιναν σε καραντίνα και αποκλείονταν από καθημερινές δραστηριότητες ενώ σε δημόσιους χώρους πραγματοποιούνταν υγεινομικοί έλεγχοι. Το ελληνικό κράτος συμμετείχε σ’ αυτή τη διαδικασία καλώντας μαζικά τον πληθυσμό να εμβολιαστεί και να πάρει τα μέτρα του, ενώ δεν ήταν σπάνια η εικόνα να κυκλοφορούν άτομα με χειρουργικές μάσκες σε μετρό και άλλους δημόσιους χώρους. Εκ του αποτελέσματος φάνηκε ότι αυτοί οι «ιοί – φονιάδες» προκάλεσαν απειροελάχιστους θανάτους σε σύγκριση με την απλή εποχιακή γρίπη. Παρόλα αυτά δημιουργήθηκε μια χρυσή παρακαταθήκη ως προς τη διαχείριση πληθυμού «όταν υπάρχει ανάγκη».

Την αμέσως επόμενη περίοδο η «απειλή» της δημόσιας υγείας αποτελεί βασικό ιδεολογικό εργαλείο της κρατικής αντιμεταναστευτετικής πολιτικής. Η πηγή του «κακού», ενώ αφορούσε μη ανθρώπινους παράγοντες, τώρα περιλαμβάνει συγκεκριμένα κομμάτια του πληθυσμού. Ξαφνικά οι πλατείες του κέντρου που αράζουν πολλοί μετανάστες, τα σπίτια και οι οικισμοί που μένουν αποτελούν υγεινομικές βόμβες, όπου χρειάζεται κρατική παρέμβαση και η οποία πραγματοποιείται με στρατιωτικούς όρους . Η απαγόρευση εξόδου των μεταναστών από τον καταυλισμό στο λιμάνι της Πάτρας και μετέπειτα ο εμπρησμός του καταυλισμού, οι συνεχείς επιθέσεις των μπάτσων στο χώρο που έμεναν μετανάστες στην Ηγουμενίτσα, τα καθημερινά πογκρόμ στο κέντρο της Αθήνας και η εκδίωξη τους από τα κτίρια που έχουν καταληφθεί για να εξασφαλίσουν τη στέγαση (παλιό εφετείο, Κολούμπια κλπ) συνθέτουν μια διαδικασία που από τη μια σπρώχνει τους μετανάστες στην εξαθλίωση και στη συνέχεια τους παρουσιάζει ως απειλή για τη δημόσια υγεία. Για να έρθει μετά το στοργικό κράτος να δώσει τη λύση, δηλαδή τα στρατόπεδα συγκέντρωσης – τα οποία παρουσιάζονται σαν πεντάστερα ξενοδοχεία.

Στο πλαίσιο της ίδιας αντιμεταναστευτικής εκστρατείας είχε χρησιμοποιηθεί το επιχείρημα της «υγεινομικής βόμβας» για τις μετανάστριες εκδιδόμενες στο κέντρο της Αθήνας αρκετούς μήνες νωρίτερα. Για να γενικευτεί, τώρα, σε όσες γυναίκες δούλευαν στο πεζοδρόμιο, εξορθολογιοποιώντας ταυτόχρονα τα οργανωμένα κυκλώματα της πορνείας.

Μέσα σ’ όλη αυτή τη συνθήκη, και ειδικά στα πρόσφατα γεγονότα, φάνηκε εύγλωτα ο ρόλος και η λειτουργία του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (κεελπνο). Το εν λόγω κέντρο, όντας από 1992 εποπτευόμενο και χρηματοδοτούμενο από το υπουργείο υγείας, έχει στην αρμοδιότητά του την πραγματοποίηση ερευνών και την πρόταση πολιτικών στρατηγικών που αφορούν τη «δημόσια υγεία». Γενικά, θα λέγαμε ότι από τη μια δρα ως ιδεολογικός μηχανισμός, ταγμένος στην προώθηση του υγειινισμού, αναγνωρίζοντας σε κάθε σημείο «κινδύνους» για την υγεία (με εκστρατείες πληροφόρησης του στυλ «πώς να πλένετε σωστά τα χέρια σας», «πώς να μην κολλήσετε ασθένειες από τα κουνούπια» κλπ). Κι από την άλλη, δρα ως συμπληρωματικό κομμάτι της αστυνομίας απέναντι στα υποκείμενα που παίνουν στο στόχαστρο της δημόσιας τάξης, με ένα τρόπο που φανερώνει ότι η κοινωνική πρόνοια είναι η ανεστραμμένη μορφή του κράτους ασφάλειας.

Και όπως ειπώθηκε, κύριο αντικείμενο της σύγχρονης βιοπολιτικής είναι οι μετανάστες και η διαχείρισή τους. Έτσι, λοιπόν, αρχές Απρίλη, οι πρώην υπουργοί υγείας και προ.πο θα ανακοινώσουν «ένα ολοκληρωμένο σχέδιο προστασίας της δημόσιας υγείας από τους λαθρομετανάστες»[1] το οποίο πατάει στους εξής 6 άξονες:

 

1) Θα ερευνηθούν και θα διαπιστωθούν ποιες είναι οι μολυσματικές ασθενείες που μεταφέρουν κάποιοι από τους μετανάστες που εισέρχονται παράνομα στη χώρα

2) Θα γίνονται υποχρεωτικοί έλεγχοι σε όλους του μετανάστες, και όχι προαιρετικοί, όπως ήταν μέχρι τώρα

3) Θα δημιουργηθούν στα νοσοκομεία ειδικοί χωροί που θα φυλάσσονται από την αστυνομία και στους οποίους θα μεταφέρονται όλοι οι μετανάστες που αντιμετωπίζουν κάποια μολυσματική ασθένεια

4) Θα υπάρχουν σαφείς περιορισμοί στην απασχόληση έτσι ώστε να μην εργάζονται μετανάστες σε θέσεις που επηρεάζουν τη δημόσια υγεία

5) Κλιμάκια αστυνομικών σε συνεργασία με το ΚΕΕΛΠΝΟ θα ελέγχουν με κινητές μονάδες λαθρομετανάστες

6) Θα δημιουργηθεί μια γραμμή επικοινωνίας όπου ο πολίτης θα μπορεί να καλεί και να δίνει στοιχεία και πληροφορίες για διαμερίσματα οπού στοιβάζονται δεκάδες αλλοδαποί κάτω από άθλιες συνθήκες ή χώροι όπου μαζεύονται πολλοί μετανάστες και αποτελούν εστίες μόλυνσης.[2]

 

Κατά αυτόν τον τρόπο, τη στιγμή που το «μεταναστευτικό ζήτημα» αποτελεί σημείο αιχμής, από πλευράς εξουσίας, στην ιδεολογική διαχείριση της παρούσας κοινωνικής συγκυρίας, οι κατασταλτικοί και υγειονομικοί μηχανισμοί του κράτους εφαρμόζουν πρακτικές ολοκληρωτικού τύπου πάνω στους μετανάστες.

Αντίστοιχες πρακτικές, μικρότερης κλίμακας, έχουμε δει να συμβαίνουν κατά καιρούς και στους τοξικοεξαρτημένους, με τη μεταφορά των σημείων διακίνησης σε συγκεκριμένα σημεία μέσα στην πόλη και την οριοθέτησή τους από την αστυνομία, τις επιχειρήσεις «σκούπα» και τις μαζικές συλλήψεις, αλλά και την – από τα πάνω – προώθηση συγκεριμένων προγραμμάτων αποτοξίνωσης έναντι άλλων.

Οι μετανάστες, οι τοξικοεξατημένοι και οι εκδιδόμενες  αποτελούν τις κοινωνικές ομάδες  που η μέχρι τώρα κατασταλτική τους διαχείριση γίνεται – και – με υγειονομικούς όρους. Επίσης, είναι και τα κομμάτια αυτά, που παραδοσιακά αποκλείονται από το δημόσιο σύστημα υγείας. Την παρούσα περίοδο, η αύξηση της ανεργίας και η συρρίκνωση του δημόσιου συστήματος υγείας αποκλείει όλο και περισσότερα τμήματα του πληθυσμού από την υγειονομική περίθαλψη. Έτσι, η ολοκληρωτική διαχείριση τμημάτων του πληθυσμού αποκτά και μια εξελικτική μορφή, όπου σιγά-σιγά στο πεδίο της μπαίνουν και περισσότερα κοινωνικά κομμάτια.

Παράλληλα, διακρίνουμε και μια εργαλειακή χρήση των συνεχώς ανακαλυπτόμενων υγειονομικών βομβών στο κέντρο της Αθήνας. Εδώ και καιρό, στο λεγόμενο «ιστορικό κέντρο» της Αθήνας εξελίσσεται μια διαδικασία ανάπλασης και εξευγενισμού. Ήδη, σε περιοχές όπως ο κεραμεικός και το γκάζι που υπέστησαν τη διαδικασία του gentrification, για να μετατραπούν σε ζώνες διασκέδασης και πολιτιστικής κατανάλωσης, διώχτηκαν μαζικά οι τότε κάτοικοί τους, κυρίως φτωχοί και μετανάστες. Έτσι, λοιπόν, και στο κέντρο της Αθήνας που είναι συγκεντρωμένοι πολλοί μετανάστες, καθώς και εκδιδόμενες και τοξικοεξαρτημένοι, η βιοπολιτική τους διαχείριση σχετίζεται άμεσα με τα σχέδια καπιταλιστικής ανάπτυξης αλλά και την οικονομία του εγκλήματος στην περιοχή.

Αντιλαμβανόμαστε ότι η υγεία αποτελεί ήδη – και στο μέλλον ακόμη περισσότερο – ένα πεδίο που θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό τη μορφή που θα πάρει ο κοινωνικός ανταγωνισμός. Από τη μια το κράτος με τους υγεινομικούς/κατασταλτικούς μηχανισμούς του, η επιστήμη με την αέναη κατασκευή και οριοθέτηση του κανονικού και του πραγματικού, και τα αφεντικά που ενώ δεν δίνουν δεκάρα για κοινωνική ασφάλιση, η υγεία απλώνεται μπροστά τους ως ένα πεδίο επιχειρηματικότητας και παραγωγής κέρδους. Κι από την άλλη, όλοι εμείς, αποκλειόμενοι και αποκλεισμένοι από την εξασφάλιση της κοινωνικής μας αναπαραγωγής, χωρίς πρόσβαση στο σύστημα υγείας, που η υγεία εμφανίζεται απέναντι μας ως ιδεολογία και τεχνολογία ελέγχου. Δυο κόσμοι σε σύγκρουση.



[1] http://www.protothema.gr/greece/article/?aid=187226

[2] Ό.π.